Το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού κατέχει το 42% του καθαρού πλούτου της Ελλάδας σύμφωνα με τα στοιχεία από τη βάση δεδομένων του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας για την Ανάπτυξη) που αναδημοσίευσε ο ΣΕΒ. Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία αναφέρονται στο 2018 ή σε προγενέστερα χρόνια, χωρίς αυτό να μειώνει την εγκυρότητα των συμπερασμάτων, μια και τα στοιχεία ανισοτήτων και στέρησης μεταβάλλονται με πολύ αργούς ρυθμούς από χρόνο σε χρόνο. Στην Ελλάδα, αν και η ανισότητα εισοδήματος και πλούτου βρίσκεται στο ίδιο ή χαμηλότερο επίπεδο με τον ΟΟΣΑ, η χώρα μας κατατάσσεται σε υψηλότερα επίπεδα συνολικής ανισότητας και στέρησης σε σχέση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές κυρίως χώρες. Συγκεκριμένα, το μέσο διαθέσιμο εισόδημα του υψηλότερου 20% είναι 5,5 φορές μεγαλύτερο από του χαμηλότερου 20% (ενώ στον ΟΟΣΑ 5,4 φορές, στις ΗΠΑ 8,5 φορές και τη Σουηδία 4,1 φορές), και, το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού κατέχει το 42% του καθαρού πλούτου (έναντι 52% στον ΟΟΣΑ και 78% στις ΗΠΑ), με το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα να συμβάλει ενδεχομένως στην άμβλυνση των ανισοτήτων πλούτου. Από τις αξιολογήσεις του ΟΟΣΑ προκύπτει ότι οι Σκανδιναβικές χώρες έχουν την υψηλότερη σχετικά ποιότητα ζωής, με τις ΗΠΑ να εμφανίζουν υψηλά επίπεδα ανισοτήτων, και ιδίως ανισοτήτων στο εισόδημα και τον πλούτο, αλλά και στέρησης.
Υψηλότερες στερήσεις στην Ελλάδα
Σε ότι αφορά το θέμα των στερήσεων, η Ελλάδα καταγράφει σημαντικά υψηλότερες στερήσεις από τον υπόλοιπο κόσμο, που ενδεχομένως να αντικατοπτρίζει και την επίπτωση της μεγάλης κρίσης και ύφεσης στην ποιότητα ζωής του πληθυσμού στην Ελλάδα. Μεταξύ των σημαντικότερων στοιχείων στέρησης είναι ότι το 12,9% του πληθυσμού βρίσκεται κάτω από το εισοδηματικό όριο φτώχειας (έναντι 11,5% στον ΟΟΣΑ). Επίσης, το 67% του πληθυσμού έχει ρευστότητα χαμηλότερη από το ¼ του εισοδηματικού ορίου φτώχειας, που θεωρείται μαξιλάρι ικανό να συντηρήσει κάποιον που υφίσταται μια απώλεια εισοδήματος 3 μηνών (έναντι 49,3% στον ΟΟΣΑ). Τέλος, το 55,4% του πληθυσμού θεωρείται «οικονομικά ευάλωτο» (έναντι 38,9% στον ΟΟΣΑ) που, αν και δεν έχει εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας, δεν διαθέτει σε ρευστότητα το μαξιλάρι συντήρησης των 3 μηνών, και, συνεπώς, είναι εύκολο να πέσει κάτω από το όριο φτώχειας σε περίπτωση απώλειας της εργασίας του.
Άνισες ευκαιρίες εξέλιξης
Όσον αφορά στις ανισότητες στη βάση του επιπέδου εκπαίδευσης, όπως αναμένεται, οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχουν υψηλότερα εισοδήματα και καθαρό πλούτο από τους απόφοιτους της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ωστόσο, ο μέσος καθαρός πλούτος των αποφοίτων δημοτικού είναι 71% του επιπέδου των αποφοίτων πανεπιστημίου (έναντι 44% στον ΟΟΣΑ και 16% στις ΗΠΑ) και, αντιστοίχως, ο μέσος καθαρός πλούτος των αποφοίτων λυκείου είναι 79% του επιπέδου των αποφοίτων πανεπιστημίου (έναντι 59% στον ΟΟΣΑ και 27% στις ΗΠΑ). Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, τα μεγέθη αυτά είναι ενδεχομένως, ενδεικτικά του γεγονότος ότι ένα υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης στην Ελλάδα, αν και οδηγεί σε υψηλότερα επίπεδα πλούτου, δεν δημιουργεί ισοδύναμες συνθήκες δημιουργίας περιουσίας όπως στον υπόλοιπο κόσμο. Το φαινόμενο αυτό ίσως αντανακλά, πέραν της σημασίας που παίζει η αρχική περιουσιακή κατάσταση, και το γεγονός ότι το περιεχόμενο της εκπαίδευσης δεν προσφέρει ανάλογες υψηλές δεξιότητες, όπως στο εξωτερικό, αλλά και ότι οι θέσεις εργασίας στη χώρα είναι χαμηλής προστιθέμενης αξίας, αντανακλώντας το χρόνιο παραγωγικό έλλειμμα της ελληνικής οικονομίας.