Η ιστορία του Christ Wamba, του ανήλικου που διέσχισε μόνος του τρεις ηπείρους για να αποφύγει τους κινδύνους που διέτρεχε στη χώρα του και για να ακολουθήσει το όνειρο της ζωής του, να παίξει επαγγελματικά μπάσκετ, είναι από αυτές που αναδεικνύουν το μεγαλείο της ανθρώπινης θέλησης. Τα φώτα της δημοσιότητας στράφηκαν πάνω του με την πρόσφατη ένταξή του στην ομάδα μπάσκετ του Άρη, μία εξέλιξη που φαίνεται να αποτελεί το πρώτο βήμα της δικαίωσής του. Από τα δύσκολα παιδικά χρόνια στο χωριό του, την βόμβα που έσκασε κοντά στο σπίτι που έμενε και παραλίγο να του στοιχίσει τη ζωή του, τα άγρια μεροκάματα που έβγαζε στην Κωνσταντινούπολη και το πέρασμά του από το κολαστήριο της Μόριας στη Λέσβο, μέχρι τη σημερινή “συμβίωσή” του με επαγγελματίες παίκτες σε ένα από τα κορυφαία πρωταθλήματα μπάσκετ της Ευρώπης, αυτή είναι η ολοκληρωμένη ιστορία της ζωής του. Η καταγραφή της, έγινε σε δύο στάδια. Πρώτα, στη Μυτιλήνη όπου γνωρίστηκα με τον Christ την άνοιξη του 2017. Και στη συνέχεια στη Θεσσαλονίκη, όπου μεταφέρθηκε και ζει εδώ και έναν χρόνο περίπου.
Η Οδύσσεια ενός εφήβου με όπλο μια… μπάλα μπάσκετ
Ο Γερμανός φιλόσοφος Φρίντριχ Νίτσε είχε πει πώς ότι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό. Δεν ξέρω κατά πόσο η ρήση αυτή μπορεί να περιγράψει με πληρότητα τον ψυχισμό του Christ Wamba. Αυτό που κατάλαβα όμως συνομιλώντας με τον τον δίμετρο έφηβο από τη Δημοκρατία του Κονγκό που έφτασε στην Ελλάδα μαζί με τα καραβάνια της προσφυγιάς αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον, είναι ότι το μέγεθος της πίστης που έχεις σε ένα όνειρο μπορεί όχι απλώς να σε κάνει πιο δυνατό, αλλά να σε χαλυβδώσει ακόμα και όταν όλα φαίνονται αδιέξοδα. Ειδικά, όταν η πίστη πατά σε στέρεες βάσεις.
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο Christ μεγάλωσε σε ένα μικρό ορεινό χωριό, το Malebu. “Ήταν δύσκολη η ζωή. Στο μέρος που έμενα δεν είχαμε νερό στο σπίτι και έπρεπε να πηγαίνω να παίρνω από ένα πηγάδι που ήταν 300 μέτρα μακριά. Είχα μία ειδική βάση στο κεφάλι και ένα δοχείο 25 λίτρων που το γέμιζα και το πήγαινα στο σπίτι κουβαλώντας το στο κεφάλι”, θυμάται. Οι γονείς του Christ διέγνωσαν από νωρίς την έλλειψη προοπτικών και όταν έγινε πέντε χρονών αποφάσισαν να στείλουν τον γιο τους στην Μπραζαβίλ, την πρωτεύουσα της χώρας όπου έμενε μόνιμα ο αδερφός του πατέρα του.
Η μετακόμιση και η διέξοδος της πορτοκαλί μπάλας
Η μετακόμιση στην μεγαλούπολη βελτίωσε τους υλικούς όρους ζωής του Christ. Πέρα από αυτό όμως του έδωσε τη δυνατότητα να πιάσει για πρώτη φορά στα χέρια του την πορτοκαλί μπάλα. “Όταν ήμουν μικρότερος δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι θα έπαιζα μπάσκετ. Δεν ήμουν και ιδιαίτερα ψηλός, ήμουν λίγο ψηλότερος από τα άλλα παιδιά της ηλικίας μου. Όμως από το 2011, άρχισα να παίρνω πολύ ύψος απότομα. Σε δύο χρόνια ψήλωσα περισσότερο από είκοσι πόντους”, μου λέει. Ο Christ είχε φτάσει τα δύο μέτρα και άρχισε να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του. Ήταν εκείνη την περίοδο που ο περίγυρός του τον παρότρυνε να αρχίσει να παίζει μπάσκετ.
“Ξεκίνησα να παίζω μπάσκετ το 2014 στο σχολείο που πήγαινα. Ήμουν ήδη το ψηλότερο παιδί. Στην αρχή, όταν ξεκίνησα να παίζω μου φάνηκε δύσκολο. Αλλά μετά συνήθισα και άρχισε να μου αρέσει πολύ. Έπαιζα μπάσκετ στο σχολείο κάθε μέρα. Με βοήθησε τότε ο προπονητής μου. Μου είχε δώσει ένα διχτάκι και είχα φτιάξει μια αυτοσχέδια μπασκέτα στην αυλή του σπιτιού μου και όταν τελείωνα από το σχολείο, έπαιζα μπάσκετ εκεί. Προπονιόμουν έξι ώρες κάθε μέρα”, λέει ο… Ibaka Junior, όπως ήταν το παρατσούκλι του. Το παρατσούκλι προέκυψε από τον γνωστό και μη εξαιρετέο αστέρα του ΝΒΑ Serge Ibaka, ο οποίος είναι συμπατριώτης του Chris, κάτι που δεν είναι ευρύτερα γνωστό μιας και ο Ibaka… Senior έχει υπάρξει επίλεκτο μέλος της εθνικής ομάδας μπάσκετ της Ισπανίας, έχοντας πάρει την ισπανική υπηκοότητα το 2011.
¨Ο Ibaka είναι ίνδαλμα για τους νέους παίκτες του μπάσκετ στο Κονγκό. Πηγαίνει συχνά στην χώρα και διοργανώνει σεμινάρια και τουρνουά μπάσκετ με μεγάλη συμμετοχή. Έχω παίξει και εγώ μία φορά, ήταν πολύ ωραία εμπειρία ”, σημειώνει ο Chris δείχνοντάς μου φωτογραφίες από τις εκδηλώσεις.
Το χαμένο ραντεβού με την Εθνική
Το ύψος και η σωματική διάπλαση του Chris δεν ήταν δυνατόν να περάσουν απαρατήρητα.
“Κάποια στιγμή με είδαν άνθρωποι από την εθνική ομάδα μπάσκετ στο σχολείο μου. Μου είπαν να συνεχίσω να παίζω μπάσκετ και σημείωσαν το όνομά μου για τις μελλοντικές επιλογές που θα γινόταν, αρχικά για τις μικρές εθνικές ομάδες μπάσκετ” Το μελλοντικό ραντεβού του με την εθνική ομάδα μπάσκετ της χώρας του φαινόταν αναπόφευκτο. Για να φανεί το μέτρο σύγκρισης, αρκεί να αναφέρουμε ότι ο ψηλότερος παίκτης της σημερινής εθνικής ομάδας έχει ύψος 2.01, ενώ ο μικρός Ibaka είναι ήδη 2.02 στα 18 του χρόνια. Σε κάθε περίπτωση πάντως μιλάμε για μία ομάδα περιορισμένων δυνατοτήτων με μεγαλύτερη επιτυχία της την κατάληψη της πέμπτης θέσης στους Παναφρικανικούς Αγώνες του 1980. Και αυτό που μετράει είναι ότι τελικά το ραντεβού έμελλε να χαλάσει για λόγους ανωτέρας βίας. Κυριολεκτικά.
Βόμβα και βία
Προτού ο Christ ανακαλύψει το πάθος του, η τεταμένη πολιτική κατάσταση στη χώρα, λίγο έλειψε να καταστρέψει τα πάντα. Τον Μάρτιο του 2012, μία βόμβα ισχυρής ισχύος εκρήγνυται κοντά στο μέρος όπου έμενε ο Chris, σκοτώνοντας εκατοντάδες ανθρώπους. Για τον ίδιο ήταν το πρώτο ισχυρό σοκ. “Ήταν Κυριακή και είχα φύγει από το σπίτι για να παίξω ποδόσφαιρο. Ευτυχώς έλειπε και ο θείος μου εκείνη την ημέρα. Πολλοί φίλοι μου και παιδιά που ήξερα σκοτώθηκαν από εκείνη την έκρηξη”, εξιστορεί. Από την έκρηξη καταστράφηκε το σπίτι που έμενε και μετακόμισε με το θείο του σε άλλη περιοχή της πόλης. Ωστόσο, η τραυματική αυτή εμπειρία δεν ήταν η μοναδική που βίωσε. Τον Οκτώβριο του 2015, διεξάγεται δημοψήφισμα με αντικείμενο τη συνταγματική αναθεώρηση που θα επέκτεινε τη διάρκεια της προεδρικής θητείας που είχε διατάξει ο ίδιος ο πρόεδρος της χώρας Dennis Sassou Nguesso. Ο Chris δεν είχε δικαίωμα ψήφου όντας ανήλικος, έκανε όμως το λάθος να φοράει ένα μπλουζάκι με μήνυμα που καταφερόταν κατά του προέδρου. Ο ίδιος μας διηγείται τι έγινε εκείνο το κρίσιμο για τη συνέχεια της ζωής του απόγευμα. “Όταν βγήκα στο δρόμο δεν μπορούσα να φανταστώ τι θα ακολουθούσε. Υπήρχε και άλλος κόσμος που ήταν εναντίον αυτού που συνέβαινε στη χώρα. Παρασύρθηκα και εγώ και φόρεσα το μπλουζάκι, ήμουν άλλωστε μόνο 15 χρονών και ήμουν πολύ μικρός για να ψηφίσω. Υπήρχε πολύ έντονο κλίμα εκείνη τη μέρα, πλήρωναν τον κόσμο να ψηφίσει υπέρ του προέδρου και η αστυνομία χτυπούσε τους αντικυβερνητικούς. Με είδαν αστυνομικοί και με συνέλαβαν. Με κράτησαν φυλακισμένο για τέσσερις ημέρες. Με είχαν χτυπήσει στο κεφάλι και είχα πάθει προσωρινή αμνησία, είχα φοβηθεί πολύ. Η ανθρώπινη ζωή στη χώρα μου δεν αξίζει τίποτα”, λέει ενώ μου δείχνει το σημάδι από το χτύπημα στο κεφάλι του που είναι ακόμα εμφανές. Για την ιστορία, αξίζει να αναφέρουμε ότι στο δημοψήφισμα η πρόταση του προέδρου της χώρας εγκρίθηκε με ποσοστό που άγγιξε το 93%.
Ο δρόμος της προσφυγιάς
Η σύλληψη και ο ξυλοδαρμός του, και ενώ η βία στην Μπραζαβίλ συνεχιζόταν αμείωτη, οδήγησαν τον Christ στην απόφαση να εγκαταλείψει τη χώρα του καθώς φοβόταν πλέον για την ίδια του τη ζωή. Την ίδια χρονιά εγκαταλείπει την πατρίδα του και ξεκινά μόνος του το μακρύ ταξίδι προς εκεί που πίστευε ότι θα ήταν η γη της επαγγελίας του. Και από τότε ξεκινά η οδύσσειά του. Πήγε πρώτα στο Μαρόκο και από εκεί στην Κωνσταντινούπολη με το αεροπλάνο. Άμα τη αφίξει του στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης, τον προσέγγισε άτομο που βρισκόταν εκεί για να “ψαρεύει” ανθρώπους που ήθελαν να περάσουν στην άλλη πλευρά του Αιγαίου. Ο Christ όμως δεν είχε εγκαταλείψει το όνειρό του να παίξει μπάσκετ σε επαγγελματικό επίπεδο. Με τη βοήθεια ενός δημοσιογράφου που διέκρινε το ταλέντο του, άρχισε να κάνει προπονήσεις με μία ομάδα της Κωνσταντινούπολης. “Δεν θυμάμαι το όνομα της ομάδας, έκανα λίγες προπονήσεις μαζί τους”, μου λέει. Ο προπονητής του κατάλαβε ότι έχει να κάνει με μία εξαιρετική περίπτωση, ωστόσο επειδή δεν είχε τη δυνατότητα, λόγω της εθνικότητας του Chris να τον εντάξει στα τμήματα των μικρών ομάδων, του συνέστησε να ταξιδέψει στην Ελλάδα και του έδωσε μάλιστα 100 τούρκικες λίρες. Τα λεφτά όμως δεν έφταναν. Ο Chris έμαθε τότε από πρώτο χέρι τα προαπαιτούμενα των τελευταίων κρίκων του δουλεμπορίου.
“Για να μπορέσω να περάσω με βάρκα στην Ελλάδα μου ζητούσαν 700 ευρώ. Δεν είχα τότε αυτά τα χρήματα και αναγκάστηκα να δουλέψω για τρεις μήνες σε ένα εργαστήριο ρούχων. Δούλευα από τις οκτώ το πρωί έως τις εννιά το βράδυ έξι μέρες την εβδομάδα, και πληρωνόμουν 900 τούρκικες λίρες”. Ταυτόχρονα, οι συνθήκες διαβίωσης ήταν τραγικές και οι κίνδυνοι που αντιμετώπιζε συνεχείς. “Έδινα 200 τούρκικες λίρες το μήνα για το νοίκι στο σπίτι που έμενα. Εκεί μέναμε 22 άτομα σε δύο δωμάτια. Είχαμε μόνο ένα στρώμα και ένα μαξιλάρι ο καθένας. Ήταν δύσκολα. Υπήρχε ρατσιστική αντιμετώπιση απέναντί μας. Μια φορά με είχαν απειλήσει με μαχαίρι. Μια άλλη με χτύπησαν πέντε άτομα και μου πήραν τα λεφτά που είχα. Στο σπίτι που μέναμε, ήξεραν ότι μέναμε μετανάστες. Μαζεύονταν κάθε βράδυ έξω από το σπίτι και ήταν έτοιμοι να μας επιτεθούν εάν βγαίναμε έξω. Για αυτό και δεν βγαίναμε το βράδυ. Φοβόμασταν”, θυμάται ο Christ.
Η κόλαση της Μόριας
Τον Μάρτιο του 2016 κατάφερε τελικά να συγκεντρώσει τα χρήματα που ήθελαν οι δουλέμποροι και ήταν έτοιμος για το πολυπόθητο πέρασμα στην Ευρώπη, μέσω της Μυτιλήνης. Ήταν το δεύτερο μέρος της οδύσσειάς του.
“Μπήκαμε σε μία μικρή βάρκα 43 άνθρωποι. Υπήρχε και μία μητέρα με το μωρό της. Κάναμε τρεις ώρες να φτάσουμε στη Μυτιλήνη. Το ταξίδι ήταν πολύ δύσκολο. Αναγκαστήκαμε να ρίξουμε τα πράγματα που είχαμε στη θάλασσα για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε το ταξίδι. Πριν φτάσουμε στο νησί τα καύσιμα τελείωσαν. Μας περισυνέλεξε το λιμενικό και μπορέσαμε να πατήσουμε το πόδι μας στην ξηρά.”
Και από εκεί και πέρα ξεκίνησε το τρίτο μέρος της οδύσσειας για τον Κριστ. Βρέθηκε να διαμένει στο επονομαζόμενο κέντρο υποδοχής μεταναστών στη Μόρια, που όμως θα έπρεπε να ονομάζεται κέντρο κράτησης, στην καλύτερη περίπτωση, και κολαστήριο στη χειρότερη και μάλλον ρεαλιστικότερη.
“Δεν ήταν καθόλου καλά στη Μόρια. Όλα ήταν άσχημα. Οι εγκαταστάσεις ήταν κακές, το φαγητό δεν ήταν καλό, υπήρχε πολύ βρωμιά και γινόταν πολλές κλοπές. Εμένα μου έκλεψαν το κινητό τηλέφωνο και ρούχα. Γινόταν φασαρίες συνέχεια και μία φορά τραυματίστηκα στο πόδι”, σημειώνει χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερα σημαντικά όμως και για τις διαδικασίες της καθημερινής διανομής τροφίμων είναι αυτά που προσθέτει: “Υπήρχαν προβλήματα στη διανομή του φαγητού. Το φαγητό διανέμονταν τρεις φορές τη μέρα: Από τις 7.00 έως τις 9.00 το πρωί, από τις 13.00 έως τις 15.00 το μεσημέρι και από τις 19.00 έως τις 21.00 το βράδυ. Όμως οι ουρές ξεκινούσαν από τις 5.00 το πρωί για ένα κρουασάν και ένα αναψυκτικό. Έπρεπε λοιπόν να περιμένουμε για δύο ώρες τουλάχιστον μέσα στον ήλιο αλλά δεν ήταν σίγουρο ότι θα πάρουμε να φάμε. Γιατί υπήρχαν περιπτώσεις που κάποιοι έπαιρναν φαγητό δύο και τρεις φορές Έπαιρναν δηλαδή φαγητό μία φορά και μετά ξαναέμπαιναν στη σειρά μπροστά από άλλους που ήδη περίμεναν. Έτσι υπήρχαν μέρες που κάποιοι έμεναν νηστικοί όλη τη μέρα ”.
Το πάθος του μπάσκετ
Ακόμα και σε αυτές τις περιστάσεις όμως, ο Christ δεν πτοήθηκε και δεν εγκατέλειψε την μεγάλη του αγάπη. Δύο μήνες μετά τον εγκλεισμό του στη Μόρια, άρχισε να πηγαίνει στη Μυτιλήνη με τα πόδια για να παίξει μπάσκετ. Αρχικά πήγαινε στο κλειστό γήπεδο που βρίσκεται κοντά στο αεροδρόμιο της Μυτιλήνης. Μιλάμε για μία απόσταση περίπου δέκα χιλιομέτρων.
“Πήγαινα με τζόκινγκ στο γήπεδο. Στην αρχή έπαιζα στις μπασκέτες που ήταν έξω από το γήπεδο. Μετά με είδαν, στην αρχή μάλιστα νόμιζαν ότι ήμουν Αμερικανός, και άρχισα να κάνω προπονήσεις και με τις δύο ομάδες που έκαναν προπόνηση στο κλειστό γήπεδο.” Αναφέρεται στον Αιολικό και τον Αρίωνα. “Στον Αρίωνα μου έδωσαν ρούχα και παπούτσια για να με βοηθήσουν”, λέει χαρακτηριστικά αφού μέχρι τότε είχε ελάχιστα ρούχα και ένα ζευγάρι σαγιονάρες. Αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι ότι ο Κριστ έκανε όλη αυτή την απόσταση τρέχοντας και αφού είχε συμμετάσχει στην προπόνησή έχοντας συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα καθώς έπρεπε να επιστρέψει στη Μόρια πριν τα μεσάνυχτα. “Έκανα το πηγαινέλα σε μιάμιση ώρα περίπου”, εξηγεί ο ίδιος και προσθέτει ότι όταν εμφανίστηκε για πρώτη φορά για προπόνηση με την ομάδα του Αιολικού, ο προπονητής της ομάδας δεν πίστευε ότι ήταν 17 χρονών.
Από που εμπνεόταν να παίξει μπάσκετ κάτω από τόσο δύσκολες συνθήκες; “Βλέπω τις προπονήσεις των ομάδων του ΝΒΑ στο YouTube και αντιγράφω τις κινήσεις που μου αρέσουν.”
Ποιος είναι ο αγαπημένος του παίκτης και ποιο ήταν το μεγάλο του όνειρο, στη διάρκεια αυτής της δύσκολης για τον ίδιο περιόδου; “ Ο Russel Westbrook είναι ο αγαπημένος μου παίκτης. Θέλω έναν καλό προπονητή να με καθοδηγήσει πνευματικά. Θέλω να παίξω επαγγελματικό μπάσκετ και να φτάσει μια μέρα που ο κόσμος θα μιλάει για μένα. Όνειρό μου είναι να γίνω MVP στο ΝΒΑ”.
Η βελτίωση των συνθηκών
Ο Christ έμεινε στη Μόρια από τον Μάρτιο έως τον Ιούλιο. Στο ενδιάμεσο είχε σταματήσει να πηγαίνει στις προπονήσεις των δύο τοπικών ομάδων της Μυτιλήνης, καθώς δεν υπήρξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να συνεχίσει τις προπονήσεις μαζί τους και πήγαινε καθημερινά στα ανοιχτά γήπεδα του ΤΕΕ Μυτιλήνης, που βρίσκονταν και σε κοντινότερη απόσταση. Τον Ιούλιο, λόγω και ενός προβλήματος που είχε με τη μέση του, εντάχθηκε στην κατηγορία των ευάλωτων ομάδων και μέσω του σχετικού προγράμματος εύρεσης κατοικίας σε αυτές τις ομάδες μεταναστών, που χρηματοδοτείται από τα Ηνωμένα Έθνη, απέκτησε το δικαίωμα να μείνει σε σπίτι στη Μυτιλήνη.
“Όταν ήμουν στο Κονγκό, έκανα προπόνηση τρεις ώρες το πρωί και τρεις το απόγευμα. Στη Μυτιλήνη πήγαινα στις 6.00 το απόγευμα στα γήπεδα του ΤΕΕ, στην αρχή έπαιζα με τα άλλα παιδιά που ήταν εκεί και μετά καθόμουν μόνος μου έως τις 2.00-3.00 το πρωί και έκανα προπόνηση μόνος μου.” Αξίζει να τονιστεί πάντως ότι από ένα σημείο και μετά, τα “άλλα παιδιά” αρνούνταν να παίξουν μαζί του γιατί δεν μπορούσαν να τον ανταγωνιστούν και, έτσι, έκανε αποκλειστικά ατομικές προπονήσεις.
Το πέρασμα στην ηπειρωτική χώρα
Στις αρχές Αυγούστου του περασμένου χρόνου, ο Christ μεταφέρθηκε από τη Μυτιλήνη σε δομή φιλοξενίας στη Σίνδο. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη φαντασία για να προβλέψει κανείς το πρώτο πράγμα που έκανε μόλις έφτασε εκεί: Έψαξε να βρει γήπεδο μπάσκετ. Για καλή του τύχη, κοντά στο σπίτι που του παραχωρήθηκε, βρισκόταν το κλειστό γήπεδο μπάσκετ του Αστέρα Σίνδου. “Πήγα στο γήπεδο και ζήτησα από τα παιδιά να παίζω μαζί τους”, λέει ο Christ. Προπονητής του Αστέρα Σίνδου είναι ο, πρώην διεθνής μπασκετμπολίστας, Γιώργος Μπαλογιάννης, ο οποίος και δέχτηκε τον Christ στις προπονήσεις της ομάδας. Οι πρώτες του εβδομάδες στη Σίνδο πέρασαν με καθημερινές πολύωρες προπονήσεις στο γήπεδο και με τη φλόγα μέσα του να παραμένει ζεστή.
Η δοκιμή από τον ΠΑΟΚ και οι επαφές με Τρίκαλα και Παναθηναϊκό
Έναν μήνα μετά, τον Σεπτέμβριο του 2017, ο Christ, με μεσολάβηση του Μπαλογιάννη, δοκιμάζεται από τον ΠΑΟΚ, συμμετέχοντας σε κάποιες προπονήσεις με την ομάδα. Ωστόσο, δεν υπήρξε κάποια συνέχεια και το σύντομο φλερτ δεν κατέληξε σε γάμο. Πιθανότατα, το άσχημο ξεκίνημα της περιόδου με τις συνεχόμενες ήττες της ομάδας να έπαιξε κάποιο ρόλο στην εξέλιξη των πραγμάτων, με το βάρος να πέφτει στην άμεση ομαδική βελτίωση και όχι στην επένδυση σε νέα ταλέντα. Στη συνέχεια, έγιναν επαφές με την ομάδα των Τρικάλων. Η νεοφώτιστη, την περσινή χρονιά, θεσσαλική ομάδα έδειξε μεν ενδιαφέρον ζητώντας να εξετάσει την περίπτωση του Christ στο τέλος της αγωνιστικής σεζόν. Ωστόσο, ο υποβιβασμός της ομάδας “έκαψε’ και αυτό το σενάριο. Νύξη έγινε και στον Παναθηναϊκό, χωρίς όμως να υπάρξει συνέχεια.
Η μοιραία συνάντηση
Ο Christ επέστρεψε στις προπονήσεις στη Σίνδο, που πλέον είχαν γίνει ατομικές, καθώς δεν θα μπορούσε να συμμετάσχει στο πρωτάθλημα. Οι μήνες περνούσαν χωρίς κάποια εξέλιξη, ώσπου τον περασμένο Μάρτιο, συνέβη το καταλυτικό γεγονός που άλλαξε τον ρου της ιστορίας του Christ: Η τυχαία συνάντησή μου με τον Λάζαρο Παπαδόπουλο!
Ας μου επιτραπεί σε αυτό το σημείο, η προσωπική αναφορά στην ιστορία του Christ. Η γνωριμία μας έγινε στη Μυτιλήνη, όπου είχα εντυπωσιαστεί βλέποντας τον ψηλόλιγνο πιτσιρικά να ξημεροβραδιάζεται σε ένα γήπεδο μπάσκετ. Μιλώντας του, κατάλαβα αμέσως ότι πρόκειται για μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση ανθρώπου. Αν και ήταν ακόμη ανήλικος, οι εμπειρίες που είχε ζήσει και το πάθος του να ακολουθήσει το όνειρό του, ερέθισαν το δημοσιογραφικό αλλά και προσωπικό μου ενδιαφέρον. Έτσι, όταν σε μία βόλτα μου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης συνάντησα τυχαία τον Λάζαρο, του μίλησα, χωρίς να γνωριζόμαστε από πριν, για την περίπτωση του Christ. Μου είπε λοιπόν να του στείλει ένα βίντεο του στην διαδικτυακή πλατφόρμα που έχει δημιουργήσει με σκοπό να βοηθήσει στην ανακάλυψη και προώθηση νέων ταλέντων στο μπάσκετ. Πράγματι, ενημέρωσα τον Christ και αυτή ήταν η αρχή μιας υπέροχης ιστορίας σε εξέλιξη!
Το “προφητικό” μονό και ο νέος κόσμος
Ο Christ τράβηξε κάποια πλάνα με τον ίδιο στο κλειστό του Αστέρα Σίνδου (στο ένα μάλιστα από αυτά καρφώνει στο καλάθι περνώντας πάνω από ένα ακίνητο παιδί, στο στυλ των διαγωνισμών καρφωμάτων του ΝΒΑ). Τα βίντεο όμως, όπως ήταν λογικό καθώς τραβήχτηκαν με ένα απλό κινητό τηλέφωνο, δεν είχαν καλή ποιότητα και ο Λάζαρος ζήτησε από τον Μπαλογιάννη να οργανώσει ένα φιλικό παιχνίδι και έφερε επαγγελματικό εξοπλισμό για να τον βιντεοσκοπήσει. Στο περιθώριο του φιλικού μάλιστα, ο Λάζαρος έπαιξε ένα μονό με τον Christ λέγοντάς του χιουμοριστικά: “Αν με κερδίσεις θα παίξεις στην Ευρωλίγκα”. Για την ιστορία, ο Christ κέρδισε το μονό. Το προφίλ του Christ τράβηξε το ενδιαφέρον του προπονητή του Άρη Βαγγέλη Αγγέλου, ο οποίος τον κάλεσε για δοκιμή. Εντυπωσιασμένος από τα φυσικά του προσόντα, την μπασκετική αντίληψη και το πάθος του, ο κόουτς Αγγέλου δίνει στον Christ το εισιτήριο της εισόδου του σε έναν νέο κόσμο: Τον επιλέγει να γίνει μέλος της ομάδας! Από τον περασμένο Ιούνιο, ο Christ συμμετέχει στην προετιμασία της ομάδας.
“Οι δύο πρώτες μου εβδομάδες στην ομάδα ήταν δύσκολες. Είχα πολύ άγχος. Σιγά σιγά όμως προσαρμόστηκα καλύτερα και τώρα αισθάνομαι να έχω μεγαλύτερη εμπιστοσύνη”, μου λέει. Στον Άρη είναι ευχαριστημένοι με την εξέλιξή του και παράλληλα με τις ομαδικές προπονήσεις, δουλεύουν μαζί του με ατομικές προπονήσεις. Οι θέσεις για τις οποίες προορίζεται είναι κυρίως οι 3 και 2. Σε ποιες θέσεις είχει παίξει στο παρελθόν;
“Όταν ξεκίνησα να παίζω στο Κονγκό, έπαιζα στη θέση 5 λόγω ύψους. Μετά, στο σχολείο ο προπονητής μου με έβαζε στη θέση 3. Όμως η αγαπημένη μου θέση είναι το 1, ο playmaker.”
Τι του έχει μείνει περισσότερο από το όνειρο που ζει στον Άρη; Δεν το σκέφτεται πολύ ώρα“ Η media day (σ.σ. η ανοικτή στους φιλάθλους προπόνηση που έκανε ο Άρης στην αρχή της προετοιμασίας) της ομάδας. Ήταν πολύ συγκινητικό αυτό που ένιωσα, με την αγάπη που έδειξε ο κόσμος στο πρόσωπό μου”.
Έχει ενημερώσει τους δικούς του για τη νέα του ζωή; “Η αλήθεια είναι πως δεν τους έχω πει τίποτα ακόμα. Θέλω να στείλω ένα link του πρώτου αγώνα που θα παίξω στον πατέρα μου”.
Η πρώτη απόρριψη του αιτήματος ασύλου
Ωστόσο, στην ιστορία του Christ Wamba, που εκτυλίσσεται σαν σενάριο κινηματογραφικής ταινίας, υπάρχχει αυτή τη στιγμή ένα μελανό σημείο: Η πρώτη αίτηση ασύλου που υπέβαλλε απορρίφθηκε. Η απόφαση μάλιστα εκδόθηκε μία εβδομάδα πριν ενταχθεί στον Άρη. Ο Christ, όπως έχει δικαίωμα, άσκησε προσφυγή και αναμένει την εξέταση της υπόθεσής του σε δεύτερο βαθμό. Η απόφαση αναμένεται να εκδοθεί το προσεχές καλοκαίρι. Μέχρι τότε, ο Christ είναι τυπικά στον “αέρα” καθώς αν η προσφυγή του απορριφθεί θα πρέπει να απελαθεί από την Ελλάδα.
Η αναμονή και η επένδυση στο μέλλον
Ο Christ λοιπόν βρίσκεται αναγκαστικά σε κατάσταση αναμονής ενόψει της τελικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου. Μέχρι τότε, κάνει αυτό που αγαπά περισσότερο από όλα: Προπονείται καθημερινά και ασταμάτητα. Για ένα μικρό διάστημα, έμενε σε σπίτι στο Πανόραμα που του νοίκιαζε η ομάδα. Στη συνέχεια όμως επέστρεψε στη Σίνδο, καθώς δεν βόλευε η μετακίνησή του στο Αλεξάνδρειο Μέλαθρο και γίνονται ενέργειες για να βρεθεί σπίτι κοντά στο γήπεδο. Ο Άρης τον βλέπει ως ένα αθλητικό project με μεγάλες δυνατότητες εξέλιξης και ο ίδιος κερδίζει καθημερινά πλούσιες εμπειρίες από τη συνύπαρξή του με επαγγελματίες παίκτες.
Σε κάθε περίπτωση, ο Christ Wamba αποτελεί την πιο ευχάριστη ιστορία του φετινού πρωταθλήματος μπάσκετ, ακόμα και εάν δεν παίξει καθόλου. Δεν ξέρω εάν κάποια στιγμή θα γίνει κινηματογραφική ταινία, σίγουρα όμως αποτελεί παράδειγμα έμπνευσης και πίστης στην εκπλήρωση των στόχων που (πρέπει να) έχει ο κάθε άνθρωπος.
Νίκος Κασκαράς