Σε διακανονισμό με 45 Πολιτείες των ΗΠΑ για την υπόθεση χειραγώγησης του επιτοκίου Libor, κατέληξε η Deutsche Bank, σε ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά σκάνδαλα που έχουν γίνει γνωστά.
Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, η γερμανική τράπεζα καλείται να πληρώσει 220 εκατ. δολ. στην Ουάσινγκτον και 44 ακόμα Πολιτείες των ΗΠΑ. Σημειώνεται πως πρόκειται για ποσό σχεδόν διπλάσιο από εκείνο που προέβλεπε ο διακανονισμός με την Barclays πέρυσι (100 εκατ. δολ.). Και οι δύο τράπεζες, πάντως, συμφώνησαν να συνεργαστούν για τη διεξαγωγή της έρευνας που βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη σε διάφορες τράπεζες.
Στο πλαίσιο του διακανονισμού, η Deutsche Bank αποδέχθηκε τους ισχυρισμούς σχετικά με την εμπλοκή traders και managers στη χειραγώγηση, σε σχεδόν καθημερινή βάση από το 2005 έως το 2009.
Σημειώνεται πως το Libor είναι ο μέσος όρος των επιτοκίων που δανείζονται οι τράπεζες μεταξύ τους. Ορίζεται από τις τράπεζες και είναι ενδεικτικός της γενικότερης οικονομικής κατάστασης. Η σημασία του έγκειται στο γεγονός ότι, επηρεάζει το κόστος δανεισμού επιχειρήσεων, κυβερνήσεων και ιδιωτών από τις τράπεζες. Εκτός από το Libor υπάρχουν κι άλλοι αντίστοιχοι δείκτες, όπως το Euribor, το οποίο ορίζεται από τις τράπεζες της ευρωζώνης.
Πιο συγκεκριμένα για την ρύθμιση του Libor και άλλων επιτοκίων οι τράπεζες υποβάλλουν τις τιμές στις οποίες θα ήταν διατεθειμένες να δανείσουν χρήματα σε μιαν άλλη, χωρίς εγγυήσεις, σε διάφορα νομίσματα και σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα. Το επιτόκιο Libor δημοσιεύεται σε καθημερινή βάση και χρησιμοποιείται για την αποτίμηση τίτλων αξίας άνω των 300 τρισ. δολαρίων, κατά μέσο όρο. Στο παρελθόν βρισκόταν υπό την εποπτεία της Ένωσης Βρετανών Τραπεζιτών (BBA), αλλά στον απόηχο του σκανδάλου η πρωταρχική οικονομική ρυθμιστική αρχή της Βρετανίας, η Αρχή Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών (FCA), μετατόπισε την εποπτεία του Libor σε μια νέα οντότητα, την ΙΒΑ.