“Είσαι Θεός”, φωνάζει ο εκστασιασμένος ακόλουθος των Μαύρων Αγγέλων απευθυνόμενος στον frontman Alex Maas. Μόλις έχουν μπει τα μεσάνυχτα, το encore ξεκινά εκείνη τη στιγμή και ο Maas, σαν να διαισθάνθηκε το θρησκευτικό… κοπλιμέντο, αρχίζει να τραγουδάει μόνος του μοιάζοντας με έναν ιερέα που κηρύττει την αγία ψυχεδέλεια στους εκατοντάδες πιστούς που έχουν συρρεύσει. Πιστοί που βρίσκονται ήδη σε κατάσταση έκστασης μετά από μιάμιση ώρα…κοινωνίας στη μουσική αλλά και τις εικόνες του συγκροτήματος από το Τέξας.
Η ώρα έχει περάσει με κινηματογραφική ταχύτητα. Για αυτό δεν λέγεται άλλωστε ότι ο χρόνος περνά γρήγορα όταν κυλά ευχάριστα; Αλήθεια, ποιος από όσους διαβάζετε αυτές τις γραμμές και παρακολούθησε τη συναυλία, μπορεί να ισχυριστεί με το χέρι στην καρδιά, ότι είχε καταλάβει πως πέρασαν ενενήντα λεπτά από την εντυπωσιακή εισαγωγή των Black Angels, με το θρυλικό Interstellar Overdrive από τον πρώτο δίσκο των Pink Floyd και τα visuals που το συνόδευαν να δίνουν το στίγμα του τι επρόκειτο να ακολουθήσει: Ένα ταξίδι, με πυξίδα τις πιο ψυχεδελικές μορφές της ροκ μουσικής και οδηγό τα τραγούδια ενός από τα καλύτερα σύγχρονα συγκροτήματα του είδους.
Οι πέντε Τεξανοί μάστορες του ήχου έδωσαν μια μουσική παράσταση υψηλού επιπέδου. Με εναλλαγές στα όργανα. Άλλες φορές με τρεις κιθάρες μαζί, άλλες με δύο κιθάρες και μπάσο, σε μεγάλα διαστήματα με κιθάρες, μπάσο και πλήκτρα αλλά και με ένα μεγάλο τύμπανο δίπλα στα ντραμς της σταθερής τυμπανίστριας Stephanie Bailey, που προκάλεσε πολλά θετικά σχόλια (και) για την εμφάνισή της. Οι Black Angels κατόρθωσαν να αποδώσουν το βάθος που έχει η μουσική τους με πολύ μεγάλη πιστότητα πάνω στη σκηνή του Principal. Τόσο με τα πλήκτρα και τις καίριες παραμορφώσεις στην κιθάρα όσο και με τα echoes στα φωνητικά, έδειξαν ότι χρησιμοποιούν τη μουσική τεχνολογία, υπηρετώντας με συνέπεια το καλλιτεχνικό τους όραμα, χωρίς να γίνονται “σκλάβοι” της. Βοήθησε σε αυτό ο εξαιρετικός ήχος τους, που επέτρεπε να ακούγονται καθαρά όλα τα όργανα. Τα visuals έπαιξαν τον δικό τους πολύ σημαντικό ρόλο στο απολαυστικό τελικό αποτέλεσμα.
Υπήρξαν στιγμές που βλέποντας τους Black Angels να “κεντάνε” στη σκηνή σε αρμονία με τα visuals, το μυαλό ταξίδεψε πίσω: Στις ρίζες της ψυχεδελικής ροκ, στους πρώιμους Floyd, στους Grateful Dead, στους Velvet Underground, στους Doors, ακόμα και στους Eloy. Οι ίδιοι βέβαια έχουν προσθέσει τα δικά τους στοιχεία στο ψυχεδελικό μουσικό χαρμάνι και έχουν κερδίσει με το σπαθί τους τη θέση τους ως άξιοι συνεχιστές της πλούσιας αυτής μουσικής παράδοσης. Στοιχεία που κυμαίνονται από stoner ρυθμούς και φτάνουν έως και τις psychobilly πινελιές. Ηδονικότερες στιγμές όλων, στα δικά μου τουλάχιστον αυτάκια, οι κορυφώσεις των κομματιών τους, ειδικότερα των πιο δυνατών εξ’ αυτών. Νότα-νότα, εικόνα-εικόνα, έχτιζαν με μεθοδικότητα το τραγούδι και στο τέλος: Μπουμ!
Θα ήταν μεγάλη παράλειψη αν σε όλα αυτά, δεν ανέφερα τον καταλυτικό ρόλο που διαδραματίζει στο τελικό αποτέλεσμα, η εντελώς ιδιαίτερη φωνή του Alex Maas. Η ψυχεδελική ροκ απαιτεί χαρακτηριστικά φωνητικά για να μπορέσει να σταθεί σε υψηλά στάνταρ. Σκεφτείτε για παράδειγμα τους Black Rebel Motorcycle Club που έχουν συναφή ήχο, χωρίς τον Robert Levon Been. Γίνεται; Δεν γίνεται. Το ίδιο ισχύει και με τον Maas και τους Black Angels, οι οποίοι έχουν επιτύχει γενικότερα ένα υψηλό επίπεδο δεσίματος, παρουσιάζοντας ένα πολύ σφιχτό και ομοιογενές σύνολο πάνω στη σκηνή.
Ήταν μια από τις καλύτερες συναυλιακές βραδιές στην πόλη εδώ και καιρό. Οι φανατικοί οπαδοί του συγκροτήματος θα μπορούσαν να την χαρακτηρίσουν ιστορική, αφού ήταν και η πρώτες τους εμφανίσεις στην Ελλάδα, έχοντας παίξει το προηγούμενο βράδυ στην Αθήνα.
Οι λιγότερο φανατικοί, μεταξύ των οποίων και ο γράφων, νομίζω ότι εντυπωσιάστηκαν από την απόδοση των Τεξανών. Και αυτοί που πάντοτε ψάχνουν να βρουν ψύλλους στα άχυρα και (προσπαθούν να) βρίσκουν ατέλειες ξέρουν βαθιά μέσα τους, ότι τέτοιες συναυλίες δεν βλέπουν συχνά, στην Ελλάδα τουλάχιστον.
Το Principal ήταν σχεδόν κατάμεστο και τα αρχικά σχέδια που υπήρχαν για να γίνει η συναυλία στο κατά πολύ μικρότερο σε χωρητικότητα club του Μύλου αποδείχτηκαν πολύ φιλόδοξα. Οι περισσότεροι ήταν μεταξύ 25-35, αλλά η πλούσια διάσταση της μουσικής των Black Angels έκανε κλικ και σε αρκετό μεγαλύτερης ηλικίας κόσμο. Οι αξιόπιστες… πηγές μου (γεια σου Κατερίνα!) μου είπαν ότι και τα ίδια τα μέλη του συγκροτήματος απόλαυσαν το live λέγοντας αυτό που γνωρίζουμε πλέον καλά: ότι δηλαδή στις συναλίες που κάνουν στις ΗΠΑ , ο κόσμος δεν είναι τόσο εκδηλωτικός.
Μαζί με την 45 λεπτη περίπου εμφάνιση των Psychedelic Τrips to Death, που ήταν εξαιρετική επιλογή για το άνοιγμα του live, πήραμε ένα πρόωρο δώρο Χριστουγέννων.
Και εις ανώτερα.